May 30, 2012

«Έκτο πάτωμα»…κοντσερτάντε ή Αλίμονο…

Το έργο. Μεσοπόλεμος _ 1932 _, Παρίσι, στο έκτο πάτωμα μιας λαϊκής πολυκατοικίας. Φτώχεια και μιζέρια. Η κυρία Μαρέ νοικιάζει δωμάτια και εισπράττει. Όταν βρίσκεται ενώπιον αδυναμίας να εισπράξει, βρίζει και απειλεί. Θυρωρός, η αδελφή της. Στους ενοίκους, ο Μαξ που θέλει να πιστεύει πως είναι ζωγράφος ολκής και η _ κουτσομπόλα ολκής _ γυναίκα του ονόματι Ζερμέν, καθαρίστρια, ο λογιστής Οσπό που θεωρεί εαυτόν συγγραφέα και η κορούλα του, η Εντβίζ, ο γόης Ζονβάλ που τα φτιάχνει με μια μυστηριώδη «Κυρία με τα γκρίζα», την Ιρέν, που τριγυρνάει στον όροφο αλλά, παράλληλα, και με την Εντβίζ η οποία μένει έγκυος _ τελικά, πάντως, πατέρας αποδεικνύεται πως είναι ο Ζοζό, ένας συγκάτοικος εργάτης, ερωτευμένος μαζί της _, η «εύκολη» Ζαν που την τριγυρίζουν διάφοροι εραστές, ο Γιατρός που υποτίθεται πως συνθέτει όπερες, η ανακατώστρα Μπερτ… Οι ιστορίες τους πλέκονται με καυγάδες και έρωτες, με λίγο χιούμορ και λίγο δάκρυ στο γραμμένο από τον Αλφρέ Ζερί εύπεπτο, μικροαστικό γαλλικό ρεαλιστικό εργάκι του 1937 με τον τίτλο «Έκτο πάτωμα».
Ένα εργάκι γραφικό, μια ψευτοηθογραφία προπολεμικής κοπής, που καθόλου επίκαιρη δεν την κάνουν οι αναφορές της σε οικονονομική κρίση και σε απολύσεις και σε ανεργία και που παραπέμπει σε σίριαλ επιπέδου «Ρετιρέ» και «Πολυκατοικίας» ώστε να μην τη σώζει θεατρικά ούτε η διασκευή της από την Άννα Παναγιωτοπούλου. Τη σώζει μόνον ο μετασχηματισμός της σε μουσική κωμωδία. Και οι στίχοι της Λίνας Νικολακοπούλου και η μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη, της οποίας, πάντως, και ειδικά του εξαιρετικά ελκυστικού βασικού θέματος, έχει γίνει στη συγκεκριμένη παράσταση κατάχρηση από τον Διονύση Καλογερόπουλο που υπογράφει τη «μουσική επένδυση (βασισμένη στη μουσική του Σ. Κραουνάκη)».
Η παράσταση. Βλέποντάς την δεν πείστηκα πως το «Έκτο πάτωμα» ενδιέφερε τη σκηνοθέτρια Μαριάννα Κάλμπαρη, καλλιτέχνιδα καλλιεργμένη και με γνώσεις. Με, επιπλέον, το δεδομένο, προφανώς, πως οι δυνατότητες της παραγωγής ήταν περιορισμένες, το ανέβασε αφενός ψιλοπαρωδώντας το, αφετέρου επιλέγοντας την οδό του στιλιζαρίσματος: μετωπικό στήσιμο, τυποποιημένη κίνηση, πλήρης αφαιρετικότητα που παραπέμπουν σε καμπαρέ αλλά κατέληξαν να ξεγυμνώσουν το εργάκι από τις μικρές, τρυφερές, γραφικότητές του και να αφήνουν μια αίσθηση… ημισκηνοθετημένης, «κοντσερτάντε» παρουσίασης _ ενός «αναλογίου» συνοδεία πιάνου καθότι και η ορχήστρα λείπει. Όσο για το φινάλε δεν μπόρεσε να με πείσει πως δένει το έργο με το σήμερα.
Καλόγουστο το… ολίγον από σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη, αν και «ανάποδο» _ γιατί οι ηθοποιοί παίζουν με τη ράμπα και την κλειστή αυλαία πίσω τους; Αυλαία και ράμπα είναι απλώς ντεκόρ; Τα κοστούμια του καλόγουστα επίσης αλλά πολύ φανταχτερά και, κάποια, ιδαιτέρως πολυτελή για να δέσουν με τη φτώχεια των ηρώων του έργου. Πιο αποτελεσματικοί οι φωτισμοί του Γιώργου Τέλλου. Χωρίς έμπνευση βρήκα τις χορογραφίες της Βάλιας Παπαχρήστου από τις οποίες αποφασιστικά εξαρτάται η παράσταση. Ως προς τη μουσική διδασκαλία του Αλέξη Πρίφτη δεν ξέρω αν φταίνε οι φωνητικές αδυναμίες των ηθοποιών αλλά τη βρήκα απλώς διεκπεραιωτική.
Οι ερμηνείες. Η παράσταση πάσχει πολύ και στη διανομή _ ή η σκηνοθέτρια δεν βοήθησε αποτελεσματικά τους ηθοποιούς της. Η Νεκταρία Γιαννουδάκη έχει τσαγανό αλλά πρέπει πολύ να δουλέψει για να λειάνει τον αδρύ, χοντροκομμένο τρόπο _ που είναι στο τσακ να γλιστρήσει στο χυδαίο _ με τον οποίο παίζει και τη βαριά εκφορά του λόγου της. Εύπλαστος αλλά με παραχωρήσεις στην μπαλαφάρα ο Γιάννης Στεφόπουλος. Ο Διαμαντής Καραναστάσης υπερβάλλει στη στιλιζαρισμένη κίνηση η οποία ζητήθηκε από τη σκηνοθεσία _ και η οποία δεν τηρείται ούτε από όλους ούτε πάντα _ και καταλήγει ένα νευρόσπαστο που θυμίζει κινούμενο σχέδιο στιλ Ροζ Πάνθηρα.
Η Αιμιλία Βασιλακάκη ανήκει στην κατηγορία των μπουφόνων ηθοποιών. Έχει κοιτάσματα αλλά κανένα έλεγχο. Εντελώς άχρωμη η Ευγενία Δημητροπούλου, με μεγάλες αδυναμίες ο Γιάννης Παπαϊωάννου. Ξεχώρισα μόνο τον Δημήτρη Παπανικολάου και κάπως τον Άρι Γεροντάκη. Αλλά η… κορωνίδα της παράστασης είναι η Τζίνα Αλιμόνου. Ωραίο σώμα, καταπληκτικά κοστούμια, καταπληκτικά παπούτσια μεν, παντελώς ανέκφραστη και άδεια δε, παγώνει το σύμπαν μόλις εμφανίζεται στη σκηνή.
Συμπέρασμα. Μια παράσταση ατυχήσασα.

Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης / Θέατρο, 26 Μαΐου 2012.

No comments:

Post a Comment