January 15, 2015

Θα κάνουν ντου, βρε πονηρή στο Κρατικό Θέατρο Βο(υ)ρείου Ελλάδος


Το Τέταρτο Κουδούνι /15 Ιανουαρίου 2015

Όπα! Μετά την Big Day Πίντερ και πριν την Big Day Μπουλγκάκοφ, την προσεχή (συννεφιασμένη άραγε;) Κυριακή, ιδού κι η Big Day Τσιτσάνης στο ΚουΘουΒουΕεεεε... Μ’ αφορμή την παράσταση «Σερσέ λα φαμ. Οι γυναίκες στα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη» που ’χει ανεβάσει εκεί η Σοφία Σπυράτου, θα κάνουν ντου, βρε πονηρή. «Πυρήνας του αφιερώματος θα αποτελέσει» (διατηρώ τη σύνταξη του δελτίου Τύπου) ένα λαϊκό γλέντι», λέει, «της δεκαετίας του ’50». Και γενναιόδωρα μας υπόσχονται: «Ζωντανή μουσική, τραγούδι και χορός συνοδεία κρασιού θα πλημμυρίσουν το Μικρό Θέατρο Μονής Λαζαριστών». Και, βέβαια -καθότι στη συγκεκριμένη Big Day θα ρεύσουν και κρασά, όπως προανέφερα, και μάλιστα τσάμπα-, «με την υποστήριξη», λέει, «της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου». Κάτι σαν τη «Γιορτή του Κρασιού», που ’χαμε παλαιά.
Big days -μεγάλες μέρες δηλαδή- και στα δυο συμπλέοντα κρατικά μας Θέατρα -Χατζακιστάν και Κρατικό Θέατρο Βο(υ)ρείου Ελλάδος: όπου ο Βέλτσος κι ο Μαρμαρινός κι ο Πίντερ συνδυάζονται με Αλέξανδρο Ρήγα και Τσιτσάνη -επί πρώτου διδάξαντος Χατζάκη, στην Θεσσαλονίκη είχαν κι «Άγαμοι Θύται» και Ξαρχάκο- κι ο Ξενόπουλος υπό τύπον σίριαλ με Φασμπίντερ ως υλοποίηση μιας άνευ προηγουμένου σε ευρωπαϊκά κρατικά Θέατρα -απόψε (κι όχι μόνο απόψε...) κάνουν μπαμ...- φιλοσοφίας ρεπερτορίου -ελληνική ευρεσιτεχνία-, η οποία, λέει, αποβλέπει στην προσέλκυση όλων των κοινωνικών στρωμάτων.
Άλα! Άνοιξε κι άλλη μπουκάλα! (Όχι μωρέ, αυτό είναι Σουγιούλ). Άντε, και καλά κρασά. Στην υγειά μας, ρε παιδιά. (ΚΑΙ απ’ την ομώνυμη εκπομπή έχει, άλλωστε, περάσει το Χατζακιστάν. Δια πυρός και σιδήρου, που λένε...).


Τρέχω από θεάτρου εις θέατρον -οι παραστάσεις πολλαπλασιάζονται ως τρελές πια, έχω χάσει τον έλεγχο -αλλά πότε να προλάβω να γράψω για όλες; Ειδικά για όσες μου αρέσουν -και δεν είναι λίγες... Περνούν και φεύγουν κι έχω χάσει το τρένο.
Παράδειγμα: ο Γιάννης Μόσχος. Σκηνοθέτης που τον εκτιμώ ιδιαίτερα, με λαμπρό διδακτορικό για τον Ίψεν στην ελληνική σκηνή, άνθρωπος καλλιεργημένος αλλά και «χαμηλού», που λέμε πια, «προφίλ» -διακριτικός, ευγενής. Δεν ήμουν εδώ εκείνες τις μέρες για να δω την παράσταση «Διασκεδαστικές ιστορίες περί θνητότητας» που ’κανε πάνω σε διηγήματα του Τσέχοφ το καλοκαίρι, στο Φεστιβάλ Αθηνών, για την οποία άκουσα τα καλύτερα και που μαθαίνω ότι θα πάει, ευτυχώς, και στο προσεχές Φεστιβάλ. Αλλά έχω δει τελευταία τρεις πολύ καλές παραστάσεις του -«Κουρέλι» του Ντένις Κέλι στο «Faust» πρόπερσι, «Τώρα που γυρίζει» του Μάμετ πέρσι, που ανέβασε, στο «Faust» επίσης, για τον Αλέκο Συσσοβίτη (εξαιρετική δουλειά, ένα αστραφτερό επίτευγμα ρυθμών, με δυο καλές ερμηνείες και τον Συσσοβίτη να σκίζει), «Με τα δόντια» του Θόρντον Γουάιλντερ φέτος στο «Υπόγειο» του «Θεάτρου Τέχνης». Ε, ήθελα κάθε φορά να κάνω μια εκτεταμένη παρουσίαση, ψάχνω το έργο, το διαβάζω και μετά έρχονται καπάκι άλλες παραστάσεις και δεν προλαβαίνω να γράψω καθόλου. Αφού ντρέπομαι πια...
Ας γράψω εδώ, λοιπόν, συνοπτικά, για το «Με τα δόντια». Ο Γιάννης Μόσχος πήρε ένα κείμενο του 1942, εντελώς ξεπερασμένο πια, κατά τη γνώμη μου, κι έγινε Κιτσοπούλου στη θέση της Κιτσοπούλου. Ανέβασε, δηλαδή, το έργο στο ύφος των παραστάσεων της Λένας Κιτσοπούλου. Αυτό θα μπορούσε να διαβαστεί αρχικά ως ψόγος -δεν έχει δική του σκηνοθετική γλώσσα; Μιμείται; Εγώ θα ’λεγα: «Γιατί όχι;». Και θα το ’λεγα επειδή η παράστασή του έχει το χιούμορ, την τρέλα των παραστάσεων της Κιτσοπούλου, το ανατρεπτικό τους αλλά όχι την έλλειψη μέτρου, το ανεξέλεγκτο, τη βωμολοχία για τη βωμολοχία, την εντυπωσιοθηρία, την αγωνία τους, ντε και καλά, να σοκάρουν. Έχει μια υγιή, ελεγχόμενη τρέλα που και με την προσπάθεια του συγγραφέα ν’ ανατρέψει τότε κατεστημένα του αμερικάνικου θεάτρου είναι συμβατή αλλά και αυτό το μουχλιασμένο πια κείμενο ζωντανεύει.
Ενώ παράλληλα δίνει τη ευκαιρία στους ηθοποιούς να αυτοσχεδιάσουν, να το γλεντήσουν, να αναδειχθούν. Ειδικά ο Θανάσης Δήμου, η Ιωάννα Μαυρέα, ο Άγγελος Μπούρας, με την αφοπλιστική αμεσότητά του και τη λάμψη του, τα δίνουν όλα. Όσο για την Ιωάννα Παππά (Σαβίνα), που ’χει τελευταία εκτιναχθεί στην πρώτη γραμμή των ηθοποιών της γενιάς της, δίνει ένα δείγμα μιας άλλης πλευράς του ταλάντου της, της κωμικής, αποδεικνύοντας πως διαθέτει γκάμα που δεν τη φανταζόμουνα: ειρωνική, σαρκαστική, α-πο-λαυ-στι-κή!
Τρέξτε να δείτε την παράσταση αυτή που τελειώνει την Κυριακή! Πιστεύω πως θα τη φχαριστηθείτε.



Άντε, καλέ που η «παράσταση» του Ζεράρ Ντεπαρντιέ -να διαβάζει τις «Εξομολογήσεις» του Αγίου Αυγουστίνου- στο Μέγαρο Μουσικής «αναβάλλεται για λόγους ανωτέρας βίας που σχετίζονται με την έκτακτη διεξαγωγή των εκλογών στην Ελλάδα αλλά πολύ περισσότερο με τα τραγικά γεγονότα στην Γαλλία», όπως γράφει η σχετική ανακοίνωση του γραφείου που τον μετακάλεσε. Τόση ευαισθησία πια; Ποιος να το πιστέψει δηλαδή... Ειδικά αν μάθει πόσα εισιτήρια είχαν προπωληθεί...
Και γιατί δεν προπωλήθηκαν; Διότι ήταν τουλάχιστον επιπόλαιο να σκεφτούν αυτοί που θα τον έφερναν πως θα στριμωχνόμασταν και μάλιστα όσοι είχαμε στριμωχτεί να τον δούμε/ακούσουμε στην Επίδαυρο, το 2001, αφηγητή στον «Οιδίποδα τύραννο του Στραβίνσκι, και -ΚΥΡΙΩΣ!- στο «Παλλάς», το 2007, στο «σκηνοθετημένο (σ.σ. σκηνοθετημένο;) θεατρικό αναλόγιο» της «Λυσιστράτης» με την Φανί Αρντάν κι είχαμε γεύση πικρή περί τίνος πρόκειται. Ούτε όσοι -πολλοί περισσότεροι- διαβάζουμε, χρόνια τώρα, στις εφημερίδες τις δηλώσεις του, τις επιδόσεις του και τα κατορθώματά του. Πόσω μάλλον πληρώνοντας εισιτήρια προς 120 (!), 90, 65, 45 κι οι φοιτητές 25 ευρώ -αυτό πια δεν ήταν επιπόλαιο, ήταν πρόκληση. Σεβασμός και θλίψη για έναν παρακμασμένο, αλκοολικό καλλιτέχνη που ’χει χάσει τον έλεγχο αλλά ποιος είναι τόσο βλαξ ν’ αγοράζει, και μάλιστα τόσο ακριβά, όνομα μόνο;
Χρειάζεται, πάντως, και μια διευκρίνηση: ό,τι γίνεται στο Μέγαρο δεν είναι «του Μεγάρου». Η συγκεκριμένη εκδήλωση επρόκειτο να γίνει στις 19 Ιανουαρίου στο Μέγαρο αλλά δεν ήταν στο πρόγραμμα του Μεγάρου. Την οργάνωνε -κι αυτό είχε καθορίσει τις τιμές των εισιτηρίων- το καλλιτεχνικό γραφείο της Νίκης Κερασίδου, που ’χε νοικιάσει το Μέγαρο. Τα ξέρω και τα βλέπω τα τρωτά αλλά ας μη γίνει το Μέγαρο, γιατί δεν είναι πια in, σάκος του μποξ...



Ψοφάει να εντυπωσιάζει. Και να σοκάρει. Παντί τρόπω. Μα παντί... -το σήμα κατατεθέν της έχει γίνει. Η Λένα Κιτσοπούλου. Στο καινούργιο της έργο που ανεβαίνει στο «Θέατρο Τέχνης» της Φρυνίχου ξεκινάει την προσπάθεια απ’ τον τίτλο: «Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ». Εντάξει, δεν ειν κι ο πρώτος μακροσκελής τίτλος στην ιστορία του θεάτρου -ψάξε Άρθουρ Κόπιτ...-, εντυπωσιαστήκαμε πάντως. Αλλά εκείνον τον δεύτερο τον τίτλο «Ή Η ανουσιότητα να ζεις», τι τον ήθελε; Αυτή η «ανουσιότητα» σε ποια γλώσσα είναι;


Η φανατίλα η τρελή κι η εμπάθεια κι η μισαλλοδοξία και το μίσος, σχετικά με τα πολιτικά μας πράγματα, ανεξέλεγκτα έχουν ξεχυθεί κι έχουν χτυπήσει κόκκινο ακόμα κι ανάμεσα στους πιο νουνεχείς φίλους μου. Με πιάνει μια θλίψη... Βαθειά. Ψυχραιμία, παιδιά!
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή... 


«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ατύχημα που δεν πρέπει να συμβεί» δήλωσε ο πρωθυπουργός μας. «Ο Σαμαράς είναι ένα ατύχημα που δεν έπρεπε να συμβεί αλλά έχει συμβεί προ πολλού» θα παρέφραζα εγώ.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή... 2.



Εμένα πάλι γιατί το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου μού θυμίζει το κάποτε ΚΟΔΗΣΟ του Γιάγκου Πεσμαζόγλου σε προφορά «Οδυσσεβάχ» της Ξένιας Καλογεροπούλου -εκεί που μιλάνε μόνο με το ι και λένε Ιδυσσιβίχ τον Οδυσσεβάχ; Αφού έως και ΚΙΔΗΣΙ μου ’ρχεται να το λέω.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή... 3.




Και μέσα σ’ όλα αυτά, η Κατερίνα Στανίση να νοιώθει έτοιμη ν’ αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού σε περίπτωση που η υπό την ηγεσία του Απόστολου Γκλέτσου «Τελεία», με την οποία κατεβαίνει στις εκλογές ως υποψήφια βουλευτίνα, σχηματίσει κυβέρνηση ή, τέλος πάντων, συμμετάσχει σε μια κάποια κυβέρνηση συνασπισμού. «Γιατί γνωρίζω», δηλώνει, «πολύ καλά αυτόν τον χώρο. Τον έχω σπουδάσει, τον ξέρω πλέον έπειτα από τόσα χρόνια στη νύχτα. Ξέρω πού πονάει η δουλειά. Να ανοιχτούν μαγαζιά, μουσικές σκηνές, να δουλέψουν οι άνθρωποι, γιατί μέσα από αυτά τα μαγαζιά ζουν πολλές οικογένειες, όχι μόνο οι τραγουδιστές».
Κάτι, σα να χω πάρει LSD.
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή... 4.




Μωρέ, ωχριούν οι δικοί μας εύζωνοι-καρναβάλια. Μωρέ, τύφλα να ’χει ο Γκρούεφσκι μ’ εκείνες τις μακεδονικές φάλαγγες των παρελάσεών του α λα δικές μας χουντικές Εορτές Πολεμικής Αρετής. Ετούτος ο Ερντογάν το παράκανε. Εντελώς σούργελο η προεδρική φρουρά του -σα να κατεβαίνουν τη σκάλα στην οπερέτα...
Όλος ο κόσμος, μια σκηνή... 5.

No comments:

Post a Comment