May 3, 2017

Tip: «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ»


Η βαθιά ανθρωπιά του Κεν Λόουτς



Άργησα να δω τη νέα ταινία (2016) του Κεν Λόουτς -βρετανογαλογερμανική παραγωγή. Η ιστορία του 59χρονου χήρου ξυλουργού του Νιουκάσλ, ο οποίος, αν και χτυπημένος από καρδιακή προσβολή, ματαιοπονεί στην προσπάθειά του να 

εξασφαλίσει επίδομα Απασχόλησης και Στήριξης από την ανάλγητη γραφειοκρατία των βρετανικών κοινωνικών υπηρεσιών που αρνούνται να αποδεχθούν τη γνωμάτευση του γιατρού του και τον παραπέμπουν από τον Άννα στον Καϊάφα και ο οποίος θα 
συναντήσει την Κέιτ, μία άνεργη ανύπαντρη μητέρα δύο μικρών παιδιών, που αγωνίζεται εις μάτην να βρει δουλειά και καταλήγει κλέφτρα και πόρνη, για να απαρτίσουν κάτι σαν άτυπη οικογένεια, όπως τη χειρίζεται ο σκηνοθέτης, με βάση το εξαιρετικό, καλοζυγιασμένο σενάριο του μόνιμου συνεργάτη-του Πολ Λάβερτι, αποκτά διαστάσεις κοινωνικής/πολιτικής διαμαρτυρίας.
Ο Λόουτς, όμως, δεν είναι ένας στείρος αριστερός, ακτιβιστής σκηνοθέτης που απλώς καταγγέλλει. Και βέβαια καταγγέλλει με σφοδρότητα το ανελέητο βρετανικό, κοινωνικό καθεστώς με την προοδευτική επίφαση. Αλλά είναι και ένας βαθύτατα ουμανιστής -ένας σύγχρονος Ντίκενς- που πλάθει χαρακτήρες πολύπτυχους, όπως εδώ ο Ντάνιελ Μπλέικ: ένας άντρας ευαίσθητος, βαθιά πληγωμένος στο παρελθόν, που ταλαιπωρήθηκε στη ζωή του, που υπέφερε αλλά αγάπησε βαθιά μία γυναίκα με ψυχικά προβλήματα, 
ένας άντρας Αξιοπρεπής (με κεφαλαίο το άλφα) που δεν κατεβάζει το κεφάλι και που, όταν του το κατεβάσουν με τη βία, αρνείται να συνεχίσει να ζει. Ο Λόουτς είναι ένας ρεαλιστής ο οποίος, μέσα από το ρεαλισμό που διέπει την ταινία του, γίνεται ποιητής ενώ το χιούμορ -μία λεπτή, αγγλική ειρωνεία- δεν του λείπει. Παράλληλα ξέρει να οδηγεί εξαίσια τους ηθοποιούς του -ηθοποιούς, κάποτε, άσχετους με τους ρόλους που παίζουν- και να βγάζει το καλύτερο από μέσα τους. 
Ο Ντέιβ Τζονς ως Ντάνιελ Μπλέικ και η Χέιλι Σκουάιρς ως Κέιτ Μόργκαν δημιουργούν αλλά και οι υπόλοιποι γύρω τους πείθουν απόλυτα –φέτα ζωής. Ναι, η ταινία έχει κάποιες ευκολίες, κάποιες απλοποιήσεις, κάποιες αφέλειες, ίσως, αλλά αρνούμαι να δεχτώ ότι είναι μελοδραματική. Είναι μία ταινία διαμαρτυρίας βαθιά συγκινητική μέσα στην λιτότητά της. 

Και, προσωπικά, με άγγιξε βαθιά: ξεχειλίζει από αγανάκτηση, από πικρία αλλά και από αγάπη. Τη σκηνή με την πεινασμένη Κέιτι που, μέσα στο κοινωνικό κατάστημα αλληλεγγύης, ανοίγει την κονσέρβα και τρώει λαίμαργα με τα χέρια δεν θα την ξεχάσω.
 
ΥΓ. Την ταινία είδα στον κινηματογράφο «Αλεξάνδρα» της Πατησίων. Έχοντας αρκετά χρόνια να πάω εκεί, έκπληκτος και με μεγάλη χαρά, βρέθηκα σε έναν κινηματογράφο -ενώ, σχεδόν, όλοι γύρω του έχουν κλείσει, έχουν ξεπουληθεί στις μεγάλες εταιρίες ή φέρουν ανάγλυφα τα μίζερα σημάδια της κρίσης που περνούν- που όχι μόνον έχει αντέξει από το 1961 -56 χρόνια!-, όχι απλώς έχει παραμείνει αναλλοίωτος αλλά και σε εξαιρετική, αφ’ ότου ανανεώθηκε, κατάσταση: προβολή, ήχος, φωτισμός, διακόσμηση, ταμείο, είσοδος, μπαρ, τουαλέτες, ευγενέστατο και φιλικό προσωπικό -η οικογένεια Λιάγκρη-, άριστα επιλεγμένες ταινίες έως και ελεύθερο Wi-Fi...

1 comment:

  1. Ευχαριστούμε Γιώργο. Τώρα θα το δω.

    ReplyDelete